
Η διάγνωση ενός ανευρύσματος, ή ακόμη και μιας απλής διάτασης της θωρακικής αορτής, συχνά μπερδεύει και προκαλεί φόβο. Υπάρχουν όμως κάποια συγκεκριμένα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουμε, για να διασφαλίσουμε μια ολοκληρωμένη διάγνωση και αντιμετώπιση, που θα μειώσει τον κίνδυνο.
Είναι πολύ σημαντικό κατ’ αρχάς να καθοριστεί από τον θεράποντα Ιατρό ποιες είναι οι ακριβείς διαστάσεις της θωρακικής αορτής. Για τον σκοπό αυτό, αρχικά χρειάζεται μια ολοκληρωμένη υπερηχοκαρδιογραφική μελέτη με τρίπλεξ της αορτής. Στην εξέταση αυτή θα πρέπει να καταγράφεται λεπτομερώς πέρα από την διάμετρο της αορτής σε πολλαπλά σημεία κατά το μήκος της, και η συνύπαρξη τυχόν άλλων παθολογικών ευρημάτων (π.χ ανεπάρκεια της αορτικής βαλβίδας, δίπτυχη αορτική βαλβίδα, διάταση των καρδιακών κοιλοτήτων, υπερτροφία μυοκαρδίου, δυσλειτουργία της καρδιάς, περικαρδιακή συλλογή κ.ά). Αν από την εξέταση προκύψει βλάβη της αορτικής βαλβίδας που χρειάζεται αποσαφήνιση, μπορεί ο ασθενής να υποβληθεί και σε διοισοφάγειο υπέρηχο καρδιάς.
Μετά την υπερηχοκαρδιογραφική εξέταση πρέπει να προγραμματίζεται και μια πιο εξειδικευμένη απεικόνιση, με αξονική αορτογραφία (CTA, computerized tomographic aortography ) ή με μαγνητική αορτογραφία (MRA, magnetic resonance aortography). Αυτή η εξειδικευμένη απεικόνιση της αορτής θα εξασφαλίσει επακριβή μέτρηση της διαμέτρου της αορτής αλλά και των κλάδων της. Επίσης, θα βοηθήσει στην καταγραφή αθηροσκληρωτικών βλαβών ή τοιχωματικού θρόμβου στην αορτή. Τέλος, με την αορτογραφία θα αποκλείσουμε ή θα θέσουμε διάγνωση επιπλοκών του ανευρύσματος όπως ο διαχωρισμός.
Στους ασθενείς με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής θα πρέπει να αξιολογείται επίσης η διάμετρος και της κοιλιακής αορτής. Αυτό συνήθως γίνεται κατά τον υπέρηχο της καρδιάς, αλλά στη συνέχεια πρέπει να ολοκληρώνεται με εξειδικεύμενο τρίπλεξ κοιλιακής αορτής από ακτινολόγο. Εφόσον εκεί τεθεί υποψία ανευρύσματος και στην κοιλιακή αορτή, ο έλεγχος θα ολοκληρωθεί με αορτογραφία και στην κοιλιακή μοίρα της αορτής.
Ποια είναι τα άμεσα μέτρα που πρέπει να λάβουμε μετά την διάγνωση ανευρύσματος;
Μετά τον καθορισμό των διαστάσεων, του μήκους και των χαρακτηριστικών του ανευρύσματος της θωρακικής αορτής, χρειάζεται να λάβουμε άμεσα μέτρα για να προλάβουμε την επιδείνωσή του.
Ήδη από τον παραπάνω απεικονιστικό έλεγχο μπορούμε να αντλήσουμε πληροφορίες για τα αίτια του ανευρύσματος, και να τις καταπολεμήσουμε. Έτσι π.χ η παρουσία ευρημάτων υπερτασικής καρδιοπάθειας μας προσανατολίζει σε πιθανή αρτηριακή υπέρταση που παραμένει υποθεραπευμένη. Η απεικόνιση αθηροσκληρωτικών βλαβών θα βάλει υποψία επιπλέον και πιθανά αυξημένων λιπιδίων αίματος. Αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να ελέγχονται και για τυχόν συνυπάρχουσα στεφανιαία νόσο.
Γενικά όλοι οι ασθενείς με διάγνωση θωρακικού ανερύσματος αορτής, ανεξαρτήτως της αιτίας και των ευρημάτων, θα πρέπει να ελέγχονται για αρτηριακή υπέρταση και δυσλιπιδαιμία, να διακόπτουν το κάπνισμα και να υιοθετούν ήπια φυσική άσκηση στην καθημερινότητά τους. Συστήνεται να ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεσή τους φαρμακευτικά, εάν αυτή έχει τιμές συστολικής πίεσης ≥130mm Hg ή/ και διαστολικής πίεσης ≥80mmHg.
Αντιϋπερτασικά φάρμακα εκλογής για τον σκοπό αυτό θεωρούνται η ομάδα των αναστολέων μετατρεπτικού ενζύμου ή η ομάδα των ανταγωνιστών της αγγειοτενσίνης ΙΙ. Συμπληρωματικά αυτών η χορήγηση φαρμάκων της ομάδας των β αποκλειστών φαίνεται ότι βοηθάει. Επίσης, συστήνεται η λήψη στατίνης για την ρύθμιση της LDL χοληστερίνης. Σε περίπτωση απεικονιστικών ευρημάτων αθηρωμάτωσης της αορτής συστήνεται και η λήψη ασπιρίνης σε χαμηλή δόση.
Όλα τα παραπάνω θεραπευτικά μέτρα έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τόσο τον ρυθμό αύξησης της διαμέτρου των ανευρυσμάτων, όσο και τον κίνδυνο διαχωρισμού και ρήξης τους.
Οι ασθενείς με θωρακικό ανεύρυσμα αορτής πρέπει να αποφεύγουν την άρση βάρους, κάθε μορφή ανταγωνιστικού αθλητισμού αλλά και δραστηριότητες που μπορεί να οδηγήσουν σε τραυματισμό του θώρακα.
Επειδή η κύηση είναι επιβαρυντική στην εξέλιξη των ανευρυσμάτων και στην εμφάνιση επιπλοκών, σε περίπτωση που μια γυναίκα με γνωστό ανεύρυσμα θωρακικής αορτής επιθυμεί να κυοφορήσει, συστήνεται προσεκτική εκτίμησή του ανευρύσματος πριν την εγκυμοσύνη, ενημέρωση για τους πιθανούς κινδύνους που διατρέχει και συνεχή καρδιολογική παρακολούθησή της κατά την κύηση.
Ποιοι πρέπει να υποβάλλονται σε γονιδιακό έλεγχο για κληρονομικά νοσήματα που προκαλούν ανεύρυσμα;
Υπολογίζεται ότι το 20% των περιπτώσεων των ασθενών με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής είναι φορείς γονιδίων που σχετίζονται με κληρονομική διαταραχή της αορτής. Οι κληρονομικές διαταραχές της αορτής συνηθέστερα προκαλούν ανεύρυσμα κυρίως στην αορτική ρίζα και την ανιούσα αορτή. Συχνά σε αυτά τα άτομα συνυπάρχει ανευρυσματική διάταση και άλλων αρτηριών όπως της κοιλιακής αορτής και των εγκεφαλικών αρτηριών. Δυστυχώς, κάποιες κληρονομικές διαταραχές της αορτής σχετίζονται με κακή πρόγνωση του ανευρύσματος των ασθενών αυτών: ταχύτερη εξέλιξη της αύξησης της διαμέτρου του, αυξημένος κίνδυνος διαχωρισμού και ρήξης.
Λόγω αυτών, συστήνεται γονιδιακός έλεγχος για κληρονομικά νοσήματα που σχετίζονται με ανεύρυσμα:
αν πρόκειται για άτομα με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής και ηλικία <60 έτη.
αν πρόκειται για άτομα με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής και έχουν κοντινούς συγγενείς με ιστορικό ανευρύσματος θωρακικής αορτής / ανευρύσματος εγκεφαλικής αρτηρίας/ ανευρύσματος περιφερικής αρτηρίας/ αιφνιδίου καρδιακού θανάτου.
αν πρόκειται για άτομα με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής και που παρουσιάζουν μορφολογικά χαρακτηριστικά ύποπτα για σύνδρομο Marfan, για σύνδρομο Loeys- Dietz, ή για σύνδρομο Ehlers- Danlos.
αν πρόκειται για άτομα με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής και παρουσιάζουν ταχεία αύξηση της διαμέτρου του ανευρύσματος κατά τον επαναληπτικό απεικονιστικό έλεγχο.
Αν σε ασθενή με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής βρεθεί κατά τον γονιδιακό έλεγχο ότι είναι φορέας γονιδίου κληρονομικής διαταραχής της αορτής, αυτό τροποποιεί την θεραπευτική του διαχείριση και την απόφαση για χειρουργική αντιμετώπιση όπως περιγράφεται παρακάτω. Επιπλέον, αυτή η διάγνωση του γονιδιακού νοσήματος, θα πρέπει να οδηγήσει και σε έλεγχο των συγγενών του για ανεύρυσμα λόγω της κληρονομικότητας που εμπλέκεται.
Κάθε πότε πρέπει να εξετάζεται ο ασθενής με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής από τον γιατρό του;
Οι ασθενείς με διάταση ή ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής (διάμετρος 40-45mm) πρέπει να επανεξετάζονται από τον Καρδιολόγο τους κάθε 6-12 μήνες κατά περίπτωση, μετά από την αρχική τους διάγνωση. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ταχεία αύξηση της διαμέτρου του ανευρύσματος κατά τον επανέλεγχο, τα επόμενα ραντεβού θα πρέπει να είναι συντομότερα, κάθε 6 μήνες. Κατά τον επανέλεγχο αυτό πρέπει να επαναλαμβάνεται η καταλληλότερη για τον κάθε ασθενή απεικόνιση της αορτής καθ’ όλο το μήκος της, πλήρης υπερηχοκαρδιογραφική μελέτη και να εκτιμάται εκ νέου η επαρκής ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και των λιπιδίων του.
Από ποια άλλα καρδιαγγειακά νοσήματα κινδυνεύω όταν διαγνωστώ με ανεύρυσμα της αορτής;
Οι ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με ανεύρυσμα θεωρούνται άτομα υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, και πολύ συχνά παρουσιάζουν πολλαπλά νοσήματα της καρδιάς και των αγγείων που έχουν σαν κοινό παρανομαστή την αθηροσκλήρωση. Πρέπει λοιπόν να ελέγχονται συχνά για τυχόν υποκείμενη στεφανιαία νόσο, νόσο των καρωτίδων ή των αρτηριών των κάτω άκρων, χρόνια νεφραγγειακή νόσο. Για την παρακολούθησή τους απαιτείται επομένως όχι μόνο η εκτίμηση της πορείας του ανευρύσματος αλλά και η εκτίμηση της γενικής καρδιαγγειακής τους υγείας.